Παρασκευή, 10 Δεκεμβρίου 2010
Πέτρες-μάρμαρα και αναρχικοί.
Του Θανάση Ι. Νικολαΐδη
ΤΟΥΣ έπιασε ο φακός. Με την κουκούλα ανεβασμένη στο μέτωπο,
νεαροί επί το έργον. Κάποτε «αντιφρονούντες» κουβαλούσαν
πέτρες στα καλάθια για να σκοτώσουν τον Λαμπράκη. Οι καιροί
άλλαξαν, τα ήθη «προχώρησαν», οι χωροφύλακες έγιναν ΜΑΤ και
οι πέτρες έγιναν…
πλακάκια. Ξεριζωμένα απ’ τα σκαλιά του
«Καποδιστριακού», για τις ανάγκες της στιγμής. Με στόχο τα ΜΑΤ
και από «ιδεολογία» σύγχρονη, μοντέρνα, που θέλει καταργημένους
τους θεσμούς και τα κτήρια ισοπεδωμένα. Κι άρπαζαν τις πέτρες
αυτοί οι μικροί σύγχρονοι Νέρωνες, τις εκσφενδόνιζαν
παρατηρώντας την κίνηση της ασπίδας και κρατώντας αποστάσεις. Και είναι απ’ τις
λιγοστές στιγμές και περιπτώσεις που εγκρίνεις τη «δράση» των ΜΑΤ και δεν
σοκάρεσαι απ’ το κλομπ που ανεβοκατεβαίνει (όπως και για τους ταραξίες των
γηπέδων).
ΕΤΣΙ το’ πιασαν, έτσι «τίμησαν» τη μνήμη του Γρηγορόπουλου οι… ατρόμητοι
κουκουλοφόροι «επαναστάτες», οι τύποι εκείνοι που ξεπετάγονται απ’ το πλήθος
της πορείας. Περίμεναν την ώρα να «κεχαρμανιάσουν» και έδρασαν. Τη στιγμή
να «εκφραστούν» και εκφράστηκαν, χωρίς ν’ αλλάξουν τον κόσμο, μιας και έχουν
πέτρες και δεν έχουν ιδέες. Ωστόσο, το πέτυχαν! Απ’ το περιθώριο και την αφάνεια
στη μικρή οθόνη του βραδινού δελτίου! (κάτι είναι κι αυτό). Κι όπως τους βλέπαμε να
ρίχνουν τα κομμάτια μάρμαρου, θυμηθήκαμε τον Μακρυγιάννη. «Γι αυτές τις πέτρες
πολεμήσαμε» λέει ο στρατηγός βλέποντας κάποιους ρωμιούς να διαπραγματεύονται με
ξένους λιθαράκια της Ακρόπολης.
ΚΙ αν δεν μπορείς, λοιπόν, να τους συλλάβεις σήμερα, εξήγησέ τους πως δεν
αστειεύεσαι σαν Πολιτεία και κοινωνία. Απορρίπτεις την «επαναστατικότητα» των
πετροβολητών, μαντρώνεις κάποιους νεοκουκουλοφόρους, τους (κατα)δικάζεις και
τους φοράς τη στολή του κρατουμένου. Κι ύστερα; Τους αναγκάζεις να δουλέψουν.
Μες τη φυλακή, υπό όρους και με την προϋπόθεση να έχουν συγκρατούμενο και
κανέναν κλέφτη του δημοσίου και μιζαδόρο που διαφεύγει. Να βγάλουν το μεροκάματό
τους «μέσα». Δουλεύοντας και ποτίζοντας δέντρα, αποψιλώνοντας την αυλή, είτε
τοποθετώντας… μάρμαρα. Για να θυμάται ο ίδιος και να θυμίζει. Γιατί, αν δεν το
νιώσει πως τα μάρμαρα είναι ολονών μας, αύριο θα τον δούμε «αναβαθμισμένο». Να
τα σπάει στο «Καποδιστριακό» είτε στο «Αριστοτέλειο», να κινείται ανενόχλητος με ένα
δαυλό στο χέρι και τη δημοκρατία τρομαγμένη να το σκάει απ’ τις χαραμάδες.
thanikolaidi@gmail.com
ΤΟΥΣ έπιασε ο φακός. Με την κουκούλα ανεβασμένη στο μέτωπο,
νεαροί επί το έργον. Κάποτε «αντιφρονούντες» κουβαλούσαν
πέτρες στα καλάθια για να σκοτώσουν τον Λαμπράκη. Οι καιροί
άλλαξαν, τα ήθη «προχώρησαν», οι χωροφύλακες έγιναν ΜΑΤ και
οι πέτρες έγιναν…
πλακάκια. Ξεριζωμένα απ’ τα σκαλιά του
«Καποδιστριακού», για τις ανάγκες της στιγμής. Με στόχο τα ΜΑΤ
και από «ιδεολογία» σύγχρονη, μοντέρνα, που θέλει καταργημένους
τους θεσμούς και τα κτήρια ισοπεδωμένα. Κι άρπαζαν τις πέτρες
αυτοί οι μικροί σύγχρονοι Νέρωνες, τις εκσφενδόνιζαν
παρατηρώντας την κίνηση της ασπίδας και κρατώντας αποστάσεις. Και είναι απ’ τις
λιγοστές στιγμές και περιπτώσεις που εγκρίνεις τη «δράση» των ΜΑΤ και δεν
σοκάρεσαι απ’ το κλομπ που ανεβοκατεβαίνει (όπως και για τους ταραξίες των
γηπέδων).
ΕΤΣΙ το’ πιασαν, έτσι «τίμησαν» τη μνήμη του Γρηγορόπουλου οι… ατρόμητοι
κουκουλοφόροι «επαναστάτες», οι τύποι εκείνοι που ξεπετάγονται απ’ το πλήθος
της πορείας. Περίμεναν την ώρα να «κεχαρμανιάσουν» και έδρασαν. Τη στιγμή
να «εκφραστούν» και εκφράστηκαν, χωρίς ν’ αλλάξουν τον κόσμο, μιας και έχουν
πέτρες και δεν έχουν ιδέες. Ωστόσο, το πέτυχαν! Απ’ το περιθώριο και την αφάνεια
στη μικρή οθόνη του βραδινού δελτίου! (κάτι είναι κι αυτό). Κι όπως τους βλέπαμε να
ρίχνουν τα κομμάτια μάρμαρου, θυμηθήκαμε τον Μακρυγιάννη. «Γι αυτές τις πέτρες
πολεμήσαμε» λέει ο στρατηγός βλέποντας κάποιους ρωμιούς να διαπραγματεύονται με
ξένους λιθαράκια της Ακρόπολης.
ΚΙ αν δεν μπορείς, λοιπόν, να τους συλλάβεις σήμερα, εξήγησέ τους πως δεν
αστειεύεσαι σαν Πολιτεία και κοινωνία. Απορρίπτεις την «επαναστατικότητα» των
πετροβολητών, μαντρώνεις κάποιους νεοκουκουλοφόρους, τους (κατα)δικάζεις και
τους φοράς τη στολή του κρατουμένου. Κι ύστερα; Τους αναγκάζεις να δουλέψουν.
Μες τη φυλακή, υπό όρους και με την προϋπόθεση να έχουν συγκρατούμενο και
κανέναν κλέφτη του δημοσίου και μιζαδόρο που διαφεύγει. Να βγάλουν το μεροκάματό
τους «μέσα». Δουλεύοντας και ποτίζοντας δέντρα, αποψιλώνοντας την αυλή, είτε
τοποθετώντας… μάρμαρα. Για να θυμάται ο ίδιος και να θυμίζει. Γιατί, αν δεν το
νιώσει πως τα μάρμαρα είναι ολονών μας, αύριο θα τον δούμε «αναβαθμισμένο». Να
τα σπάει στο «Καποδιστριακό» είτε στο «Αριστοτέλειο», να κινείται ανενόχλητος με ένα
δαυλό στο χέρι και τη δημοκρατία τρομαγμένη να το σκάει απ’ τις χαραμάδες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου